Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2012

Με τις δουλειες στην Αθηνα να σπανιζουν, οι Ελληνες επιστρεφουν στη φυση (With Work Scarce in Athens, Greeks Go Back to the Land)

Της Rachel Donadio
Πηγή: www.nytimes.com

Χίος, Ελλάδα – Ο Νίκος Γαλανός και η Αλεξάνδρα Τριχά, 31 ετών και οι δύο, εκπαιδευμένοι γεωργοί, ήταν απογοητευμένοι με το να δουλεύουν για ελάχιστα λεφτά σε βραχυπρόθεσμα συμβόλαια στην Αθήνα, όπου οι δουλειές είναι σπάνιες και το κόστος διαβίωσης υψηλό. Έτσι, την τελευταία χρονιά αποφάσισαν να αναλάβουν ένα νέο εγχείρημα: την καλλιέργεια βρώσιμων σαλιγκαριών για εξαγωγή.

Καθώς η κατεστραμμένη οικονομία της Ελλάδας χώνεται βαθύτερα στην άβυσσο, το ζευγάρι παίρνει μέρος στην μεγάλη έξοδο των Ελλήνων οι οποίοι συρρέουν στην επαρχία ψάχνοντας στο πλούσιο αγροτικό παρελθόν της χώρας έναν οδηγό για το μέλλον. Αναγνωρίζουν ότι είναι ένα ιδιαίτερο εγχείρημα, με πολύ περισσότερη χειρωνακτική εργασία από όση είχαν ποτέ φανταστεί, σαν φοιτητές, ότι θα έκαναν. Αλλά σε μια χώρα που λιμοκτονεί εξ’ αιτίας της λιτότητας ενώ παράλληλα ταλαντεύεται στο χείλος της αφερεγγυότητας, το στοίχημα αυτό μοιάζει να είναι αρκετά καλό.  

Ο κ. Γαλανός και η κ. Τριχά επέλεξαν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους την Χίο, ένα νησί του αιγαίου το οποίο βρίσκεται πιο κοντά στην Σμύρνη της Τουρκίας παρά στην Αθήνα. Έστησαν την φάρμα τους χρησιμοποιώντας 50.000€ από τις αποταμιεύσεις των οικογενειών τους. Η επένδυσή τους δεν έχει αποδώσει ακόμη αφού η πρώτη συγκομιδή θα γίνει αργότερα μέσα στο χρόνο, αλλά το ζευγάρι είναι αισιόδοξο για την απόφαση που πήρε.

«Όταν μιλάω με συγγενείς και φίλους στην Αθήνα μου λένε ότι δεν υπάρχει ελπίδα, όλα πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο», λέει η κ. Τριχά καθώς βαδίζει μέσα στο θερμοκήπιο της όπου χιλιάδες σαλιγκάρια κινούνται ανάμεσα σε σειρές υγρών ξύλινων σανίδων, «Γι’ αυτό πιστεύω ότι η επιλογή που κάναμε είναι σωστή».

Η ανεργία στην Ελλάδα είναι τώρα κοντά στο 18%, ενώ παρουσιάζεται αυξημένη στο 35% για νέους ανθρώπους ηλικίας 15-29, πολύ υψηλότερα από τα αντίστοιχα 12% και 24% στα τέλη του 2010. Αλλά ο αγροτικός τομέας είναι από τους λίγους που δείχνουν να κερδίζουν έδαφος από το ξεκίνημα της κρίσης, προσθέτοντας 32.000 θέσεις εργασίας μεταξύ 2008 και 2010, τις οποίες κατά κύριο λόγο κατέλαβαν Έλληνες και όχι αλλοδαποί εργάτες, σύμφωνα με μια πρόσφατη μελέτη του πανελλήνιου συνδέσμου αγροτικών συνεταιρισμών.

«Η μεγαλύτερη αύξηση σημειώνεται στους ανθρώπους ηλικίας 45-65 ετών», λέει ο Γιάννης Τσιφόρος διευθυντής του συνεταιρισμού. «Αυτό μας δείχνει ότι είχαν μια άλλου είδους απασχόληση στο παρελθόν».

Στην Ελλάδα όπως και οπουδήποτε αλλού στη Μεσόγειο, οι περισσότερες οικογένειες έχουν επενδύσει πολλά στο real estate και στην γη, τα οποία θεωρούνται πολύ πιο σταθερά από τις χρηματοοικονομικές επενδύσεις και έτσι είναι κοινό ακόμα και για τους χαμηλόμισθους Έλληνες να έχουν κληρονομήσει κάποια ιδιοκτησία από την οικογένειά τους. Έτσι, καθώς οι καιροί δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο, πολλοί Έλληνες αποφασίζουν ή εξαναγκάζονται να καταφύγουν σε αυτή την τελευταία γραμμή άμυνας.

Οι εγγραφές στα αγροτικά σχολεία παρουσιάζουν επίσης αυξητική τάση. Ο Πάνος Κανέλλης, πρόεδρος της Αμερικάνικης Γεωργικής Σχολής στην Θεσσαλονίκη, η οποία ιδρύθηκε το 1904 και προσφέρει από νηπιαγωγείο μέχρι λύκειο καθώς και διαρκή εκπαίδευση στην διατηρήσιμη γεωργία, αναφέρει ότι οι αιτήσεις τριπλασιάστηκαν τα τελευταία δυο χρόνια ενώ οι εγγραφές σε τμήματα όπως η τυροκομία και η οινοποιία αυξήθηκαν επίσης.

Ο κ. Κανέλλης αναφέρει ότι πολύ συχνά νέοι άνθρωποι πηγαίνουν σε αυτόν και λένε «Έχω 2 στρέμματα από τον παππού μου σε αυτό το μέρος. Μπορώ να κάνω κάτι με αυτά;». Ένας συνεχώς αυξανόμενος αριθμός Ελλήνων κάνει στον εαυτό του την ίδια ερώτηση και κάποιοι αποφασίζουν ότι μπορούν. «Πιστεύω ότι πολλοί άνθρωποι θα κάνουν το ίδιο», λέει η κ. Τριχά, «Στις μεγαλουπόλεις δεν υπάρχει μέλλον γι’ αυτούς. Για τους νέους ανθρώπους, οι μόνες επιλογές που υπάρχουν είναι είτε η επαρχία είτε το εξωτερικό».

Αν οι πρόσφυγες των πόλεων περιμένουν μια εύκολη ή ειδυλλιακή διαβίωση στην επαρχία θα εγκαταλείψουν πολύ γρήγορα τέτοιες αντιλήψεις. Το 2006, ο Βασίλης Μπάλας και η γυναίκα του, Ρούλα Μπούρα, 36 ετών και οι δύο, άφησαν τις δουλειές τους στην Αθήνα, όπου αυτός δούλευε σαν διαχειριστής περιεχομένου σε ένα web site και αυτή στο marketing, για να μετακομίσουν στη Χίο, τον τόπο καταγωγής των παππούδων του.

Αυτό έγινε πριν την οικονομική κρίση, αλλά ήθελαν μια αλλαγή και αποφάσισαν να δοκιμάσουν την τύχη τους στην καλλιέργεια μαστιχόδεντρων, τα οποία ευδοκιμούν μόνο στη νότια Χίο και παράγουν ένα μοναδικό ρετσίνι το οποίο περισυλλέγεται και κρυσταλλοποιείται για την παραγωγή λικέρ μαστίχας, τροφίμων, κεριών και σαπουνιών.

«Ήταν μια προσωπική απόφαση» λέει ο κ. Μπάλας, «Σκεφτόμασταν να μετακομίσουμε από την Αθήνα και ένας φίλος μας είπε ότι η γιαγιά του παράγει περίπου 100 κιλά μαστίχας έχοντας για βοήθεια μόνο το γαϊδουράκι της». Μια συγκομιδή για την οποία ένας παραγωγός μπορεί να κερδίσει περίπου 20 ευρώ ανά κιλό. Αλλά το ζευγάρι ανακάλυψε ότι η καλλιέργεια μαστίχας είναι πολύ δυσκολότερη απ’ όσο περίμενε. Έτσι, αν και έχουν ήδη περίπου 400 μαστιχόδεντρα σκέφτονται να επεκταθούν και στον αγροτουρισμό για να τα βγάζουν πέρα. Τέτοια εγχειρήματα (συμπεριλαμβανομένου και ενός νεοσύστατου συνεταιρισμού κρασιού στην Χίο, ο οποίος επιδιώκει να επαναφέρει στη ζωή μια αρχαία ποικιλία σταφυλιού, το χιώτικο κρασσερό) αποδεικνύουν ότι τόσο ο τουρισμός όσο και η γεωργία μπορούν να αποφέρουν κέρδη.

Κάποιοι νέοι Έλληνες επιστρέφουν όχι στην στεριά αλλά στην θάλασσα, συμμετέχοντας σε μια άλλη αξιοσέβαστη βιομηχανία. Απ’ το 2008, ο αριθμός των αιτήσεων σε ναυτικά σχολεία ανά την Ελλάδα 4-πλασιάστηκε σε σχεδόν 7.000, σύμφωνα με το Υπουργείο Ναυτιλίας.

Ο Γιάννης Μένης, 27 ετών, από τη Χίο, αναφέρει πως είχε μια πολλά υποσχόμενη καριέρα μπροστά του σαν πυρηνικός φυσικός. Αλλά δυστυχώς για το διδακτορικό του, δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει οικονομικά στις σπουδές του και αποφάσισε να ακολουθήσει τα βήματα του πατέρα του σαν μηχανικός πλοίων, υπεύθυνος για την συντήρηση τους. Ο κ. Μένης ξεκίνησε το ναυτικό σχολείο στην Χίο τον Σεπτέμβρη. «Η οικογένειά μου ήταν αντίθετη στην επιθυμία μου να εγγραφώ. Με ρωτούσαν. Σπούδασες όλα αυτά τα χρόνια για το τίποτα;» λέει. «Δεν είπα σε κανέναν στο πλοίο για το επιστημονικό μου παρελθόν», ενώ προσθέτει, «Στην Ελλάδα το να είσαι υπέρ καταρτισμένος  θεωρείται πλέον μειονέκτημα».

Σε μια τέτοια περίσταση όπου η κρίση χρέους έχει διαβρώσει τα πρόσφατα οικονομικά κέρδη της χώρας, ίσως και τελεσίδικα, γίνεται μεγάλη κουβέντα για το αν η επιστροφή στην στεριά ή στην θάλασσα είναι βήμα εμπρός ή πίσω.

Η κ. Τριχά ξέρει τι της γίνεται. «Οι γονείς μας ήταν από την επαρχία. Ήταν αγρότες όταν ήταν νέοι. Διάβαζα για να αποφύγω να γίνω αγρότης. Αυτοί ήταν δάσκαλοι. Και ύστερα η κόρη τους σπούδασε για να καταλήξει να γυρίσει πίσω και να γίνει αγρότης» λέει. Παράλληλα προσθέτει, « Για μένα είναι βήμα μπροστά, αφού πιστεύω ότι έχουμε παραμελήσει τη γη».

Ο Γιάννης Μακριδάκης, 40 ετών, είναι ένας Έλληνας συγγραφέας του οποίου το έργο θίγει θέματα παράδοσης και θρησκείας, αντιπροσωπεύει μια διαφορετική τάση προσφύγων με μια περισσότερο πολιτική χροιά. Λέει ότι μετακόμισε από την Αθήνα στη Χίο το 2010 σαν μια πράξη άμυνας ενάντια στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα το οποίο θεωρούσε μη διατηρήσιμο. Αγόρασε γη και καλλιεργεί τα δικά του λαχανικά. «Ήθελα να ζήσω την ασήμαντη ζωή μου σαν ένας κανονικός άνθρωπος ανάμεσα σε άλλους. Σύμφωνα με τον παλαιό τρόπο ζωής όπου οι άνθρωποι δούλευαν για να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες».

Άλλοι βρίσκουν την τάση αποθαρρυντική. Στο μεσαιωνικό χωριό Μεστα, η Γεωργία Πούμπουρα, 73 ετών, στέκεται κάτω από μια κληματαριά έξω από το πέτρινο σπίτι της και κουβεντιάζει με φίλους. Λέει ότι μοιράζει το χρόνο της μεταξύ Αθήνας, όπου μεγάλωσε την οικογένειά της και το χωριό της όπου μεγάλωσε μέσα σε φτώχεια και όπου η μηνιαία σύνταξή της, η οποία μειώθηκε ατά πολύ χάρη στο πλάνο λιτότητας της κυβέρνησης, της φτάνει για περισσότερο καιρό.

«Έχω τρείς γιους» λέει, «ο ένας είναι πολιτικό μηχανικός, ο άλλος ηλεκτρολόγος μηχανικός και ο άλλος μηχανολόγος μηχανικός, όλοι τους άνεργοι. Περνάνε δύσκολες στιγμές στην Αθήνα. Εδώ προσπαθούμε να τα βγάζουμε πέρα αλλά ξοδεύουμε λιγότερα» λέει για τον εαυτό της και τον άντρα της ο οποίος είναι επίσης συνταξιούχος. Δηλώνει όμως ότι θα απογοητευτεί πολύ εάν οι γιοί της επιστρέψουν στην Χίο. «Δούλεψα τόσο σκληρά για να σπουδάσω τα παιδιά και τα εγγόνια μου. Δεν θέλω να γυρίσουν πίσω. Θα πήγαινε στράφι όλη αυτή η προσπάθεια».

Πέρα από τους αριθμούς, αυτή η επιστροφή της Ελλάδας στις αγροτικές της ρίζες αντιπροσωπεύει μια νέα τάση από τη στιγμή που ξέσπασε η κρίση, μια εσωτερική στροφή, ένα είδος εθνικής υπερηφάνειας σε απάντηση της γενικής κατήφειας. Ο Δημήτρης Καλούπης, ο οποίος άφησε τη δουλειά του χτίστη 20 χρόνια πριν, κατά την διάρκεια των χρόνων της άνθησης, είναι τώρα γεωργός πλήρους απασχόλησης, μεγαλώνει τα δικά του ζώα και λαχανικά ενώ του ανήκει και μία τοπική ταβέρνα. Λέει ότι πιστεύει πως η Ελλάδα θα ξεπεράσει και αυτή την κρίση όπως έκανε και με τόσες άλλες στο παρελθόν.
«Διαδώσαμε τον πολιτισμό στον πλανήτη και θα τον πάρουμε πάλι πίσω». Αν η ελληνική οικονομία έχει μια πραγματική πτώση χωρίς επιστροφή τότε, « Θα πάρω μια πέτρα, θα την στύψω και από το νερό που θα βγει θα κάνω πιλάφι και θα ταΐσω ην κόρη μου. Θα τα καταφέρουμε». 


1 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

http://makridakis.wordpress.com/category/%CE%B2%CE%B9%CE%BF%CE%B3%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%B9%CE%BA%CF%8C/

Δημοσίευση σχολίου